CITES (the Convention on International Trade in Endangered Species of Wild Fauna and Flora) is an international agreement between governments. Its aim is to ensure that international trade in specimens of wild animals and plants does not threaten their survival.
Because the trade in wild animals and plants crosses borders between countries, the effort to regulate it requires international cooperation to safeguard certain species from over-exploitation. CITES was conceived in the spirit of such cooperation. Today, it accords varying degrees of protection to more than 35,000 species of animals and plants, whether they are traded as live specimens, fur coats or dried herbs.
CITES was drafted as a result of a resolution adopted in 1963 at a meeting of members of IUCN (The World Conservation Union). The text of the Convention was finally agreed at a meeting of representatives of 80 countries in Washington, D.C., the United States of America, on 3 March 1973, and on 1 July 1975 CITES entered in force. The original of the Convention was deposited with the Depositary Government in the Chinese, English, French, Russian and Spanish languages, each version being equally authentic.
Η Συνθήκη σχετικά με το διεθνές εμπόριο στα απειλούμενα με εξαφάνιση είδη άγριας πανίδας και χλωρίδας (Convention on International Trade in Endangered Species of Wild Fauna and Flora). Είναι μια διεθνής συμφωνία μεταξύ των κυβερνήσεων, ώστε να εξασφαλιστεί ότι το διεθνές εμπόριο άγριων ζώων και φυτών δεν απειλεί την επιβίωσή τους.
H συνθήκη προστατεύει περίπου 5.000 είδη ζώων και 28.000 είδη φυτών. Το CITES εργάζεται με την υποβολή του διεθνούς εμπορίου στα δείγματα των επιλεγμένων ειδών σε ορισμένους ελέγχους. Όλες οι εισαγωγές, οι εξαγωγές των ειδών που καλύπτονται από τη Συνθήκη πρέπει να εγκριθούν μέσω ενός συστήματος χορήγησης αδειών. Κάθε κράτος που συμμετέχει στη Συνθήκη πρέπει να υποδείξει μια ή περισσότερες διοικητικές αρχές υπεύθυνες για τη διαχείριση εκείνου του συστήματος χορήγησης αδειών και μια ή περισσότερες επιστημονικές αρχές για να τους συμβουλέψει για τα αποτελέσματα του εμπορίου στη θέση των ειδών.
H Σύμβαση αυτή, γνωστή και ως Σύμβαση της Ουάσινγκτον (1973), η οποία έχει υπογραφεί από 169 χώρες μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, αποσκοπεί στην προστασία πολλών ειδών άγριων ζώων και φυτών, με τον έλεγχο του κυνηγιού και της εμπορίας τους, ώστε να εξασφαλισθεί ότι αυτά δεν καθίστανται απειλή για την επιβίωσή τους.
Ρυθμίζει και ελέγχει το διεθνές εμπόριο των δειγμάτων, των μερών ή και των προϊόντων των ειδών, τα οποία προέρχονται από την άγρια πανίδα και αυτοφυή χλωρίδα και τα οποία κινδυνεύουν με εξαφάνιση.
Η εξαγωγή, εισαγωγή και επανεξαγωγή ζωντανών ή νεκρών ζώων ή φυτών, μερών
και προϊόντων τους, ρυθμίζεται με βάση ένα σύστημα χορήγησης αδειών και
πιστοποιητικών που εκδίδονται μόνο εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις
και πρέπει να υποβάλλονται στα αρμόδια όργανα προτού επιτραπεί η έξοδος ή η
είσοδος αποστολών δειγμάτων ειδών από/ και προς μια χώρα.